H «συνταγή» που βγάζει τα γελάδια στη σύνταξη

11/04/2016

Πανάγος Γιάννης 
Αυτό που συμβαίνει τον τελευταίο καιρό στο µέτωπο της γαλακτοπαραγωγού αγελαδοτροφίας δεν είναι απλά αποτέλεσµα του όλο και οξύτερου ανταγωνισµού που αναπτύσσεται στη συγκεκριµένη αγορά. Όπως όλα δείχνουν είναι οι συνέπειες µιας καλοστηµένης «µηχανής» η οποία ξεκίνησε µε σηµαία την απελευθέρωση της εγχώριας αγοράς γαλακτοκοµικών και πρωτοστάτη την ευρωπαϊκή γαλακτοβιοµηχανία, για να υιοθετηθεί πολύ γρήγορα και από τους ντόπιους επιχειρηµατίες του κλάδου, οι οποίοι, όπως γράφαµε και στο προηγούµενο φύλλο της η Agrenda, βλέπουν το τυρί αλλά δεν βλέπουν τη φάκα.
Κύκνειο άσμα για την αγελαδοτροφία η νέα συνταγή στο στραγγιστό γιαούρτι Στα σκαριά νέο πολυμετοχικό σχήμα και συζητήσεις με την ΕΒΟΛ για ενίσχυση των συνεταιρισμών.

Η καταστροφική συνταγή, όπως αποδεικνύεται για την ελληνική αγελαδοτροφία, τέθηκε σε εφαρµογή µε την απελευθέρωση της διάρκειας ζωής στο φρέσκο γάλα και βαίνει προς ολοκλήρωση µε τις προωθούµενες αλλαγές στον Κώδικα Τροφίµων και Ποτών. Οι τελευταίες αποσκοπούν στη χαλάρωση των κανόνων παρασκευής του γιαουρτιού,  έτσι ώστε να αξιοποιούνται ως πρώτη ύλη, εκτός από το φρέσκο (αγελαδινό) γάλα, και µια σειρά από παράγωγα προϊόντα, όπως είναι το γάλα υψηλής θερµικής επεξεργασίας, δηλαδή το εβαπορέ, οι πρωτεΐνες και ενδεχοµένως, σε δεύτερο χρόνο και η σκόνη γάλακτος.

Τι σημαίνει αυτό; Ότι αν µε το ισχύον νοµικό καθεστώς για την παρασκευή του γιαουρτιού, απαιτούνται περί τους 260.000 τόνους φρέσκου αγελαδινού γάλακτος, εκ των οποίων η εγχώρια γαλακτοβιοµηχανία παραλάµβανε από τις ντόπιες φάρµες τους 120.000 τόνους (οι αλχηµείες δεν είναι σηµερινό φαινόµενο), µε τη νέα ρύθµιση το σύνολο της παραγωγής τελικού προϊόντος (γιαούρτι) θα µπορεί να βγαίνει και µε 20.000 φρέσκο αγελαδινό ελληνικό γάλα.



Σ’ αυτή την περίπτωση, σε µια χώρα κατ’ εξοχήν ελλειµµατική σε ό,τι αφορά τις ανάγκες της σε αγελαδινό γάλα, το προϊόν της ελληνικής φάρµας ή θα µένει αδιάθετο ή θα διατίθεται σε τιµή η οποία δεν έχει καµιά σχέση µ’ αυτή που γνώριζαν µέχρι σήµερα οι αγελαδοτρόφοι και η οποία κάλυπτε στοιχειωδώς τα έξοδα παραγωγής. Σηµειωτέον ότι η µέση τιµή παραγωγού που απολάµβανε ο συστηµατικός Έλληνας αγελαδοτρόφος την τελευταία τριετία ήταν πάνω από 42 λεπτά το κιλό, ενώ σήµερα διαµορφώνεται κάτω από τα 38 λεπτά το κιλό. Πληροφορίες της τελευταίας στιγµής αναφέρουν ότι οι εκκαθαρίσεις για το Μάρτιο γίνονται µε µια µέση τιµή που διαµορφώνεται ακόµη και στα 35 λεπτά το κιλό.
 
ΚΑΚΉ ΣΥΓΚΥΡΊΑ

Γιατί όλα αυτά;
Πρώτον γιατί η παραγωγή αγελαδινού γάλακτος στην Ευρώπη εδώ και αρκετό καιρό είναι πλεονασµατική. Μεσούσης της οικονοµικής κρίσης και σε µια προσπάθεια να υπερβούν τις δυσκολίες, οι µεγάλες γαλακτοπαραγωγές χώρες της Ε.Ε., µε τις ευλογίες των Βρυξελών, έσπευσαν να αυξήσουν την παραγωγή τους, αποβλέποντας κατ’ ουσία στις µεγάλες ανάγκες που προδιαγράφονταν για γαλακτοκοµικά προϊόντα σε τεράστιες αγορές όπως της Ρωσίας και της Κίνας. Τα σχέδια αυτά όµως δεν βγήκαν.

Το έμπαργκο της Μόσχας µε αφορµή τον πόλεµο στη Ουκρανία και η υποχώρηση της ανάπτυξης στην Κίνα, υποχρεώνουν την Ευρώπη να αναζητά τρόπους διαχείρισης της πλεονάζουσας παραγωγής. Οι τιµές παραγωγού υποχωρούν, οι δεξαµενές και οι αποθήκες έχουν γεµίσει µε παστεριωµένα γάλατα διαφόρων ειδών τα βυτία και τα φορτηγά πηγαινοέρχονται σε ολόκληρη τη Γηραιά Ήπειρο και ο καθένας αναζητά τρόπο να λύσει το πρόβληµά του.

Μέσα σ' αυτό το κλίμα, η Ελλάδα αποτέλεσε και αποτελεί µια βολική λύση για τους Βορειοευρωπαίους παραγωγούς και την ευρωπαϊκή γενικά γαλακτοβιοµηχανία. Εδώ και µια διετία περίπου άρχισε να γκρεµίζεται το τείχος της αυστηρής διάρκειας 5 ηµερών για το φρέσκο γάλα (το έγκληµα ολοκληρώθηκε τον περασµένο χρόνο) και σ’ αυτό ήρθαν να προστεθούν και οι επίµαχες αλλαγές στον Κώδικα Τροφίµων και Ποτών, δηλαδή η εξέλιξη γύρω από την παρασκευή της γιαούρτης. Το αν είναι θέµα υποχρεώσεων έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αν είναι αντικείµενο της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ ή αν είναι η ευκαιριακή προσέγγιση αυτών των ζητηµάτων από την εγχώρια γαλακτοβιοµηχανία και τις εδώ πολιτικές αρχές, θα το κρίνει η ιστορία. Αυτό που µέχρι τώρα καταγράφεται είναι η αδυναµία βιώσιµης λειτουργίας των κτηνοτροφικών εκµεταλλεύσεων που επένδυσαν αυτά τα χρόνια στον συγκεκριµένο κλάδο παραγωγής.

Το πρόβλημα άρχισε µε τη διακοπή παραλαβής του γάλακτος από µικρές και αποµακρυσµένες φάρµες (των 20-30 αγελάδων), συνεχίστηκε µε τη γενικευµένη υποτίµηση των τιµολογίων, δηλαδή µε τον κατήφορο των τιµών παραγωγού από τα 42-43 λεπτά το κιλό στα 35-36 λεπτά το κιλό και πολλοί εκφράζουν την ανησυχία ότι θα φθάσει στην ολοκληρωτική χρεοκοπία µεγάλων και εύρωστων µέχρι πρόσφατα µονάδων. Ήδη πολλοί αγελαδοτρόφοι έχουν προχωρήσει σε µείωση του ζωικού τους κεφαλαίου, σε σφιχτή διαχείριση των εισροών (ζωοτροφές, συµπληρώµατα, υγειονοµικός έλεγχος κ.α.) και µέρα µε τη µέρα βγαίνουν εκτός προγράµµατος.

ΑΔΙΆΦΟΡΟΙ ΙΘΎΝΟΝΤΕΣ

Τι λέει απέναντι
σε όλα αυτά το υπουργείο; Ότι οι παραπάνω ρυθµίσεις αποτελούν µνηµονιακές υποχρεώσεις (βάσει της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ) από το 2012, πράγµα το οποίο δείχνει ότι δεν υπάρχει διάθεση για ανατροπή αυτών των δεδοµένων, εποµένως όποιος αντέξει. Άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά που η σηµερινή κυβέρνηση δεν δείχνει να δώσει µάχη µε τους πιστωτές και τους ευρωπαϊκούς θεσµούς, όσο κι αν αυτό αποβαίνει σε βάρος συγκεκριµένων παραγωγικών κλάδων, εκεί όπου υπάρχει το άλλοθι ότι αρνητική εξέλιξη ξεκίνησε µε ευθύνη των προηγούµενων. Χαρακτηριστικό παράδειγµα αποτελεί το περιβόητο πακέτο Χατζηγάκη. Η κυβέρνηση επιλέγει να ζητήσει για πρώτη φορά στην ιστορία, επιστροφή χρηµάτων από τους αγρότες, ενώ θα µπορούσε να διαπραγµατευθεί πιο αποτελεσµατικά, είτε την αποτροπή των ανακτήσεων, είτε την πλήρη αντικατάσταση αυτών των ενισχύσεων µε κάποια άλλη νοµιµότερη οδό. Στην περίπτωση των ρυθµίσεων για τα γαλακτοκοµικά και το γιούρτι τα πράγµατα είναι ακόµη πιο ξεκάθαρα.

Οι ιθύνοντες
επιλέγουν να θέσουν σε πραγµατικό κίνδυνο τον τρόπο µε τον οποίο η χώρα µας είναι σε θέση να παρασκευάζει ένα προϊόν (όπως το στραγγιστό γιαούρτι), για το οποίο τα τελευταία χρόνια µιλάει όλη η οικουµένη. Η άκριτη αποδοχή λύσεων που υπαγορεύουν αλλότρια συµφέροντα, έρχεται σε πλήρη αντίθεση µε ό,τι διδάσκουν αυτά τα χρόνια οι κανόνες της αγοράς και του marketing. Έτσι, ενώ όλοι µιλούν για την ενδυνάµωση της ποιότητας και διαφοροποίηση των προϊόντων, οι προωθούµενες αλλαγές στον Κώδικα Τροφίµων και Ποτών για τις οποίες έχει ήδη δεσµευθεί, µε έγγραφό του προς τις Βρυξέλλες, ο υπουργός Οικονοµικών Ευκλείδης Τσακαλώτος (βλέπε σελίδα 33) ακολουθούν ακριβώς αντίστροφη πορεία. Το ελληνικό στραγγιστό γιαούρτι δίνει µ’ αυτό τον τρόπο τη θέση του σε ένα κοινότυπο γαλακτοκοµικό προϊόν το οποίο µπορεί να παράγεται από οποιονδήποτε και οπουδήποτε. Αν αυτό δεν σηµαίνει το βέβαιο θάνατο µετά από λίγο καιρό και της εγχώριας γαλακτοβιοµηχανίας, τότε τι άλλο µπορεί να σηµαίνει. Άλλωστε και οι δικές µας πληροφορίες λένε ότι παρά το αρχικό µούδιασµα και την παθητική στάση µε την οποία αντιµετώπισαν το θέµα οι Έλληνες γαλακτοβιοµήχανοι, όσο περνούν οι µέρες εντείνονται οι φωνές εκείνων που τάσσονται αρνητικά στην προωθούµενη αναµόρφωση του Κώδικα Τροφίµων και Ποτών.

Η αρχική αµηχανία των βιοµηχάνων, λένε οι πληροφορίες, είχε να κάνει µε το γενικότερο κλίµα που υπάρχει αυτό τον καιρό στην αγορά και την εύλογή προσπάθειά τους να αντιπαλέψουν τις δυσκολίες. Θα µπορούσε να πει κανείς µε άλλα λόγια ότι µούδιασαν γιατί… έχουν λερωµένη τη φωλιά τους. Είναι καιρός ή µάλλον χρόνια τώρα που µε το γιαούρτι κινούνται σε απόσταση από τα όρια της νοµιµότητας. Το ξέρουν και οι πέτρες ότι το γάλα που παραλαµβάνουν από τους αγελαδοτρόφους δεν αρκεί ούτε για το 1/3 της γιαούρτης που παρασκευάζουν και διαθέτουν στις αγορές. Τα ισοζύγια γάλακτος που τηρεί ο Ελληνικός Οργανισµός Γάλακτος το φωνάζουν και η Πολιτεία το ξέρει εδώ και χρόνια. Άλλωστε, είναι αυτό το όπλο µε το οποίο θα τους υποχρεώσει αύριο να αποδεχθούν τις όποιες αλλαγές περάσουν τελικά στον Κώδικα, είτε τους είναι αρεστές, είτε όχι.

Οι πληροφορίες λένε ακόµα ότι µεγάλη και καλά οργανωµένη γαλακτοβιοµηχανία µε αξιόλογες µονάδες και στο εξωτερικό ενηµέρωσε στη διάρκεια της εβδοµάδας τους συνεργάτες της αγελαδοτρόφους ότι µε την πορεία που ακολουθούν τα πράγµατα και µε τη µεγάλη πτώση της κατανάλωσης στην εγχώρια αγορά, υποχρεώνεται να κινείται µε ζηµιογόνο αποτέλεσµα το οποίο προσεγγίζει το 1 εκατοµµύριο ευρώ το µήνα.



ΟΙ ΓΑΛΑΚΤΟΒΙΟΜΗΧΑΝΊΕΣ

Σύμφωνα µε τα στοιχεία
που παρουσίασαν οι εκπρόσωποι της εν λόγω γαλακτοβιοµηχανίας, η µείωση στην κατανάλωση γαλακτοκοµικών τον τελευταίο χρόνο προσεγγίζει το 15% και σ’ αυτό θα πρέπει να προστεθούν και το µεγάλο πρόβληµα που αντιµετωπίζουν στη συναλλακτική τους σχέση µε το λιανεµπόριο. Το επόµενο διάστηµα, αναφέρθηκε, θα υποχρεωθούν να προβούν σε προσφορές που αντιστοιχούν σε µείωση τιµής έως και 20%, ενώ την ίδια στιγµή η µεταχρονολογηµένες επιταγές διευρύνονται ως προς το χρόνο αποπληρωµής και τη δυνατότητα επανείσπραξης.

Μέσα σ’ αυτό το κλίµα
, τόνισαν, και για όσο καιρό θα υπάρχει αυτή η κατάσταση, καλό είναι να µοιραστούν το κόστος µε τους παραγωγούς. «Μπορούµε να αναλάβουµε ζηµιά της τάξεως των 500.000 ευρώ το µήνα, υπογράµµισαν, όχι όµως της τάξεως του ενός εκατοµµυρίου».

Το σκηνικό αυτό, επί του οποίου δεν τίθεται θέµα αντιρρήσεων, περιγράφει µε σαφήνεια το κλίµα που επικρατεί αυτό τον καιρό στην αγορά. Οι αγελαδοτρόφοι από την πλευρά τους κινούνται µεταξύ του  να προσαρµοστούν σ’ αυτό το κλίµα ή να αντιδράσουν µε αποφασιστικότητα και δεξιοτεχνία για την αλλαγή των συσχετισµών. Όλα πάντως έχουν να κάνουν µε το πώς αναλύει κανείς τις µελλοντικές εξελίξεις. Αν π.χ. όπως πολλοί υποστηρίζουν, µέχρι τα τέλη του χρόνου, η κατάσταση στην Ευρώπη αλλάξει και η αγορά αγελαδινού γάλακτος βρει καλύτερες ισορροπίες, τότε η προσαρµογή για ένα διάστηµα στις απαιτήσεις της γαλακτοβιοµηχανίας είναι µια λύση.

Αν πάλι, η κατάσταση ευρωπαϊκά αλλά και διεθνώς παραµείνει κατηφής για πολύ µεγαλύτερο διάστηµα τότε επιβάλλεται η άµεση ανάληψη πρωτοβουλιών. Σε κάθε περίπτωση, όλοι θα µπορούσαν να συµφωνήσουν ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος αλλαγής του Κώδικα Τροφίµων και Ποτών υπ’ αυτές τις περιστάσεις, σήµερα. Η κατάσταση στην αγορά αλλά και µια σειρά από λόγοι που έχουν να κάνουν µε την προετοιµασία της επόµενης µέρας, δίνουν το ηθικό δικαίωµα στη χώρα να διατηρήσει το ισχύον θεσµικό πλαίσιο. Έστω κι αν αυτό εφαρµόζεται ανεξέλεγκτα και πληµµελώς, έστω κι αν ήδη επωφελείται απ’ αυτό η ευρωπαϊκή γαλακτοβιοµηχανία. Το κτύπηµα που επήλθε από τη διεύρυνση της διάρκειας ζωής στο φρέσκο γάλα ήταν αρκετό δεν χρειάζεται τόσο κοντά και δεύτερο. Οι πάντες οφείλουν να σεβαστούν ένα θεσµικό πλαίσιο που προασπίζει την υψηλή ποιότητα και διατροφική αξία ενός προϊόντος όπως είναι το ελληνικό στραγγιστό γιαούρτι, άλλωστε, όποιος θέλει είτε να παράγει είτε να καταναλώνει κάτι υποδεέστερο µπορεί να το κάνει και γι’ αυτό δεν χρειάζεται κανένας νόµος.

Η ΑΠΆΝΤΗΣΗ

Αυτό θα ήταν
το καλύτερο, υπό τις παρούσες πάντα περιστάσεις σενάριο. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, οι αγελαδοτρόφοι δεν δείχνουν διατεθειµένοι αυτή τη φορά να µείνουν µε σταυρωµένα τα χέρια. Το έκαναν όταν πέρασαν οι αλλαγές για τη διάρκεια ζωής στο φρέσκο γάλα και το πληρώνουν ήδη ακριβά. Το θέµα είναι να βρουν σε πρώτη φάση, ποιος είναι πραγµατικά ο αντίπαλος. Ποιος είναι που υπαγορεύει µια καταστροφική ρύθµιση και κατά πόσο η κυβέρνηση απλά εκτελεί. Μέχρι στιγµής και παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούµενα δεν είναι βέβαιο ότι η εγχώρια γαλακτοβιοµηχανία ή µεγάλο µέρος αυτής δεν θέλει τις προωθούµενες ρυθµίσεις. Άλλοι γιατί εξυπηρετούνται, ενδεχοµένως και µακροπρόθεσµα, άλλοι γιατί διευκολύνονται προσωρινά και άλλοι γιατί είναι υποχρεωµένοι να τις υποστηρίξουν, είναι πολλοί αυτοί που βαραίνουν υπέρ τους. Τουλάχιστον ας ξεχωρίσουν, όσο είναι καιρός αυτοί οι οποίοι έχουν αντίθετη άποψη.

Καλό είναι να αναφερθεί πάντως ότι στις τάξεις των αγελαδοτρόφων κερδίζει καθηµερινά έδαφος η σκληρή γραµµή που λέει ότι είναι καιρός να ξεχωρίσει η ήρα από το σιτάρι. Με άλλα λόγια είναι καιρός να ξεχωρίσουν µε δική τους πρωτοβουλία, δηλαδή των αγελαδοτρόφων, οι µονάδες που κινούνται µε πραγµατική εγχώρια πρώτη ύλη φρέσκου αγελαδινού γάλακτος και τα εργοστάσια που παρουσιάζουν δραµατικές αποκλίσεις στα ισοζύγιά τους. Η αρχή, λένε, µπορεί να γίνει µε τη συστηµατική δηµοσιοποίηση του συνολικού ισοζυγίου (εισροές – εκροές) στον κλάδο και τα κενά που αφήνει σε σχέση µε την απορρόφηση φρέσκου γάλακτος και να φθάσει στα επί µέρους ισοζύγια της κάθε γαλακτοβιοµηχανίας και τη σχέση αυτής µε της εγχωρίως παραγόµενη πρώτη ύλη. Σε κάθε περίπτωση είναι µια υπόθεση µε ενδιαφέρον.

Την ίδια στιγμή, εντείνονται οι συζητήσεις που έχουν να κάνουν µε τη δυνατότητα των αγελαδοτρόφων να ανακτήσουν ή να αποκτήσουν τον έλεγχο σε κάποια από τις υπάρχουσες γαλακτοβιοµηχανίες, έτσι ώστε να µπορούν να επηρεάζουν κατά κάποιο τρόπο την αγορά. Σ’ αυτό το πνεύµα γίνεται συζήτηση τόσο µε τον Ηλία Πρίντζο που ηγείται της ΕΒΟΛ, µε στόχο την ενδυνάµωση της µετοχικής βάσης (νέοι µεριδιούχοι) του συνεταιρισµού και την ενίσχυση του δικτύου παραγωγών από τους οποίους θα προµηθεύεται πρώτη ύλη, όσο και την αναζήτηση κάποιας λύσης από τις υπάρχουσες ή σχολάζουσες µονάδες (π.χ. τη µονάδα της ΦΑΓΕ στο Αµύνταιο). Σε κάθε περίπτωση αυτό το οποίο θα επιδιωχθεί είναι η συγκρότηση µιας συνεταιριστικής µονάδας στη βάση του ότι θα αξιοποιεί εφ’ όσον είναι δυνατόν µόνο εγχώρια πρώτη ύλη φρέσκου γάλακτος ή οποία θα επιδιώξει να συντηρήσει το µύθο της ξεχωριστής ποιότητας στον καταναλωτή και να αποτελέσει το σηµατωρό για τα ελληνικά γαλακτοκοµικά προϊόντα.

Στο ίδιο πνεύμα κινείται και η πρόταση που κατέθεσε ο βουλευτής και τοµεάρχης αγροτικών της Ν∆ Γιώργος Κασαπίδης ο οποίος κάνει λόγο για µια συνεταιριστική – πολυµετοχική εταιρεία µε άξονα τους αγελαδοτρόφους η οποία θα επιδιώξει να προσεγγίσει ως µικροµετόχους και τους καταναλωτές και να κάνει τη διαφορά σε ελληνική και διεθνή αγορά. Για όλα αυτά όµως είναι πολύ νωρίς, σήµερα αρκεί να διασωθεί η συνταγή για το ελληνικό στραγγιστό γιαούρτι.    
 
πηγη:www.agronews.gr