Δεύτερη μοιρασία στο χαρτοφυλάκιο πριν τις λογιστικές καταστάσεις, αγκάθι τα δάνεια Κοντού ύψους 150 εκατ. ευρώ προς τις Ενώσεις.
07/01/2013 - 09:01 πμ
Μήνας σημαντικών αποφάσεων για την πιστωτική πολιτική στον αγροτικό χώρο αναμένεται να είναι ο Ιανουάριος, καθώς οι προθεσμίες για την οριστικοποίηση των λογιστικών καταστάσεων των τραπεζών (20 Ιανουαρίου) πιέζουν και θα πρέπει μέχρι τότε να αποσαφηνισθεί εκ νέου τι διατηρεί στο χαρτοφυλάκιό της η υπό εκκαθάριση Αγροτική Τράπεζα και τι περνάει τελεσίδικα στον όμιλο Πειραιώς – ΑΤΕbank.
Σύμφωνα με ενδελεχές και έγκυρο ρεπορτάζ της Agrenda η υπόθεση εξελίσσεται σε τρία στάδια:
α) Με βάση την εμπειρία και αξιολόγηση στοιχείων 6 μηνών από τη μεταβίβαση της ΑΤΕbank στον όμιλο Πειραιώς, όλες οι πλευρές, Πειραιώς, Δημόσιο, εκκαθαριστής ΑΤΕ και Τράπεζα της Ελλάδος είναι σε θέση να αξιολογήσουν εκ νέου ορισμένες πτυχές γύρω από το υπό μεταβίβαση χαρτοφυλάκιο της Αγροτικής Τράπεζας στη βάση και νέων δεδομένων, έτσι ώστε οι τελικές επιλογές και αποτυπώσεις στις λογιστικές καταστάσεις των υπόχρεων τραπεζών (Πειραιώς - ΑΤΕbank και υπό εκκαθάριση Αγροτική) να είναι κατά το δυνατόν πιο κοντά στην πραγματικότητα. Ήδη για το θέμα αυτό εργάζονται εντατικά οι εταιρείες συμβούλων που έχουν επιφορτισθεί με την επαναξιολόγηση των μεγάλων χρηματοδοτήσεων είτε αυτές βρίσκονται στο σκέλος της υπό εκκαθάριση Αγροτικής, είτε έχουν περάσει στο χαρτοφυλάκιο της Πειραιώς – ΑΤΕbank. Τέτοιες περιπτώσεις είναι για παράδειγμα τα δάνεια ύψους 150 εκατ. ευρώ που δόθηκαν στις Ενώσεις (για τα σιτηρά) στα τέλη του 2008 και τα οποία δεν δείχνει διάθεση να καλύψει το κράτος, παρά την ενεργοποίηση της σχετικής εγγύησης του ελληνικού δημοσίου από την πλευρά της Πειραιώς – ΑΤΕbank.
Ανάλογη διαφορά έχει προκύψει και για τα εγγυημένα κτηνοτροφικά δάνεια της ίδιας περιόδου τα οποία είναι πολύ πιθανό να επιστρέψουν (εφ’ όσον δεν είναι ενήμερα) στην υπό εκκαθάριση Αγροτική Τράπεζα.
β) Για όλα τα παραπάνω ενημερώνεται καθημερινά η Τράπεζα της Ελλάδος που καλείται στο επόμενο 10ήμερο να δημοσιοποιήσει τις τελικές της αποφάσεις, οι οποίες και θα δώσουν το πράσινο φως για την διαμόρφωση των λογιστικών καταστάσεων των εμπλεκόμενων τραπεζών, όπως και για τη θέσπιση στη συνέχεια των διαδικασιών και προϋποθέσεων υπό τις οποίες θα προχωρήσει η «διευθέτηση – ρύθμιση» των δανείων που θα παραμείνουν στο «κακό χαρτοφυλάκιο» της υπό εκκαθάριση Αγροτικής Τράπεζας. Εδώ λέγονται πολλά, όμως το βέβαιο είναι ότι δεν θα έχουμε να κάνουμε με μια οριζόντια ρύθμιση η οποία θα προχωράει ελαφρά τη καρδία σε γενναία απομείωση (κούρεμα) της σημερινής οφειλής και σε κεφαλαιοποίηση του υπολοίπου με στόχο την αποπληρωμή σε κάποιο βάθος χρόνου. Οι πληροφορίες απ’ όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές λένε πως η «διευθέτηση» θα κινείται σε πολλά επίπεδα ανάλογα με το αν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο, συνεταιρισμός ή εταιρεία και βέβαια θα λαμβάνει σοβαρά υπ’ όψη την οικονομική θέση και τα περιουσιακά στοιχεία που διαθέτει ο οφειλέτης.
Με γνώση της ρήσης ότι «ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος» είναι σαφές ότι οι «ρυθμίσεις» θα είναι πιο γενναίες για τις περιπτώσεις οφειλετών – φυσικών προσώπων που δεν διαθέτουν αξιόλογα περιουσιακά στοιχεία, ενώ δεν θα είναι το ίδιο ελαστικές για τις περιπτώσεις μεγαλοαγροτών και νομικών προσώπων με ισχυρά περιουσιακά στοιχεία και ζωηρή οικονομική δραστηριότητα.
γ) Όταν όλα αυτά τελειώσουν και η εικόνα στο «κακό» χαρτοφυλάκιο της υπό εκκαθάριση Αγροτικής γίνει κι εκεί καθαρή, παράλληλα με την εκποίηση κάποιων περιουσιακών στοιχείων (ακινήτων, εξοπλισμού κ.λ.π.) θα τεθεί σε διαδικασία διάθεσης (πιθανόν μέσω διαγωνισμού) του υπολοίπου δανείων της Αγροτικής, τα οποία μετά τη απομείωση (κούρεμα), κεφαλαιοποίηση και ρύθμιση, θα παρουσιάζουν υγιή εικόνα και θα είναι διαχειρίσιμα από οποιαδήποτε εμπορική τράπεζα ενδιαφερθεί για την κατοχή τους.
Προ των πυλών η επιδότηση επιτοκίου αγροτών
Παράλληλα με τις παραπάνω διαδικασίες, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης σε συνεννόηση με την Τράπεζα της Ελλάδος έχει προχωρήσει τις απαιτούμενες ενέργειες για την διαμόρφωση ενός ειδικού προγράμματος που θα παρέχει τη δυνατότητα χορήγησης αγροτικών δανείων με επιδοτούμενο επιτόκιο (2% στα βραχυπρόθεσμα και 1% στα μεσοπρόθεσμα).
Όπως έχει γράψει από τις 8 Δεκεμβρίου η Agrenda για τη χρηματοδότηση του προγράμματος αξιοποιείται ο κοινός Λογαριασμός (με τις τράπεζες) που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος και τροφοδοτείται από εισφορές (1265/13 1962 Απόφαση της Νομισματικής Επιτροπής) στα πάσης φύσεως μηνιαία υπόλοιπα χορηγήσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων.
α) Με βάση την εμπειρία και αξιολόγηση στοιχείων 6 μηνών από τη μεταβίβαση της ΑΤΕbank στον όμιλο Πειραιώς, όλες οι πλευρές, Πειραιώς, Δημόσιο, εκκαθαριστής ΑΤΕ και Τράπεζα της Ελλάδος είναι σε θέση να αξιολογήσουν εκ νέου ορισμένες πτυχές γύρω από το υπό μεταβίβαση χαρτοφυλάκιο της Αγροτικής Τράπεζας στη βάση και νέων δεδομένων, έτσι ώστε οι τελικές επιλογές και αποτυπώσεις στις λογιστικές καταστάσεις των υπόχρεων τραπεζών (Πειραιώς - ΑΤΕbank και υπό εκκαθάριση Αγροτική) να είναι κατά το δυνατόν πιο κοντά στην πραγματικότητα. Ήδη για το θέμα αυτό εργάζονται εντατικά οι εταιρείες συμβούλων που έχουν επιφορτισθεί με την επαναξιολόγηση των μεγάλων χρηματοδοτήσεων είτε αυτές βρίσκονται στο σκέλος της υπό εκκαθάριση Αγροτικής, είτε έχουν περάσει στο χαρτοφυλάκιο της Πειραιώς – ΑΤΕbank. Τέτοιες περιπτώσεις είναι για παράδειγμα τα δάνεια ύψους 150 εκατ. ευρώ που δόθηκαν στις Ενώσεις (για τα σιτηρά) στα τέλη του 2008 και τα οποία δεν δείχνει διάθεση να καλύψει το κράτος, παρά την ενεργοποίηση της σχετικής εγγύησης του ελληνικού δημοσίου από την πλευρά της Πειραιώς – ΑΤΕbank.
Ανάλογη διαφορά έχει προκύψει και για τα εγγυημένα κτηνοτροφικά δάνεια της ίδιας περιόδου τα οποία είναι πολύ πιθανό να επιστρέψουν (εφ’ όσον δεν είναι ενήμερα) στην υπό εκκαθάριση Αγροτική Τράπεζα.
β) Για όλα τα παραπάνω ενημερώνεται καθημερινά η Τράπεζα της Ελλάδος που καλείται στο επόμενο 10ήμερο να δημοσιοποιήσει τις τελικές της αποφάσεις, οι οποίες και θα δώσουν το πράσινο φως για την διαμόρφωση των λογιστικών καταστάσεων των εμπλεκόμενων τραπεζών, όπως και για τη θέσπιση στη συνέχεια των διαδικασιών και προϋποθέσεων υπό τις οποίες θα προχωρήσει η «διευθέτηση – ρύθμιση» των δανείων που θα παραμείνουν στο «κακό χαρτοφυλάκιο» της υπό εκκαθάριση Αγροτικής Τράπεζας. Εδώ λέγονται πολλά, όμως το βέβαιο είναι ότι δεν θα έχουμε να κάνουμε με μια οριζόντια ρύθμιση η οποία θα προχωράει ελαφρά τη καρδία σε γενναία απομείωση (κούρεμα) της σημερινής οφειλής και σε κεφαλαιοποίηση του υπολοίπου με στόχο την αποπληρωμή σε κάποιο βάθος χρόνου. Οι πληροφορίες απ’ όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές λένε πως η «διευθέτηση» θα κινείται σε πολλά επίπεδα ανάλογα με το αν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο, συνεταιρισμός ή εταιρεία και βέβαια θα λαμβάνει σοβαρά υπ’ όψη την οικονομική θέση και τα περιουσιακά στοιχεία που διαθέτει ο οφειλέτης.
Με γνώση της ρήσης ότι «ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος» είναι σαφές ότι οι «ρυθμίσεις» θα είναι πιο γενναίες για τις περιπτώσεις οφειλετών – φυσικών προσώπων που δεν διαθέτουν αξιόλογα περιουσιακά στοιχεία, ενώ δεν θα είναι το ίδιο ελαστικές για τις περιπτώσεις μεγαλοαγροτών και νομικών προσώπων με ισχυρά περιουσιακά στοιχεία και ζωηρή οικονομική δραστηριότητα.
γ) Όταν όλα αυτά τελειώσουν και η εικόνα στο «κακό» χαρτοφυλάκιο της υπό εκκαθάριση Αγροτικής γίνει κι εκεί καθαρή, παράλληλα με την εκποίηση κάποιων περιουσιακών στοιχείων (ακινήτων, εξοπλισμού κ.λ.π.) θα τεθεί σε διαδικασία διάθεσης (πιθανόν μέσω διαγωνισμού) του υπολοίπου δανείων της Αγροτικής, τα οποία μετά τη απομείωση (κούρεμα), κεφαλαιοποίηση και ρύθμιση, θα παρουσιάζουν υγιή εικόνα και θα είναι διαχειρίσιμα από οποιαδήποτε εμπορική τράπεζα ενδιαφερθεί για την κατοχή τους.
Προ των πυλών η επιδότηση επιτοκίου αγροτών
Παράλληλα με τις παραπάνω διαδικασίες, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης σε συνεννόηση με την Τράπεζα της Ελλάδος έχει προχωρήσει τις απαιτούμενες ενέργειες για την διαμόρφωση ενός ειδικού προγράμματος που θα παρέχει τη δυνατότητα χορήγησης αγροτικών δανείων με επιδοτούμενο επιτόκιο (2% στα βραχυπρόθεσμα και 1% στα μεσοπρόθεσμα).
Όπως έχει γράψει από τις 8 Δεκεμβρίου η Agrenda για τη χρηματοδότηση του προγράμματος αξιοποιείται ο κοινός Λογαριασμός (με τις τράπεζες) που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος και τροφοδοτείται από εισφορές (1265/13 1962 Απόφαση της Νομισματικής Επιτροπής) στα πάσης φύσεως μηνιαία υπόλοιπα χορηγήσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων.