Στην κόψη του ξυραφιού η ιδιωτικοποίηση της ΣΕΚΑΠ

Στην κόψη του ξυραφιού η ιδιωτικοποίηση της ΣΕΚΑΠ

26.02.2013


Στενεύουν και μάλιστα πολύ θα περιθώρια αίσιας κατάληξης της ιδιωτικοποίησης της ΣΕΚΑΠ, που αντιμετωπίζει πρόβλημα βιωσιμότητας, ενώ πολλοί θεωρούν «θαύμα» το γεγονός ότι συνεχίζει και λειτουργεί, κρατώντας μάλιστα αρκετά σημαντικά μερίδια αγοράς, παρά τις δυσχέρειες της αγοράς και την ένταση του ανταγωνισμού.
Του Μιχάλη Παπανίδη
Η ΑΤΕ, εδώ και 1,5 χρόνο, πουλά τις μετοχές της, συμπαρασύροντας ουσιαστικά τη ΣΕΚΕ που διαθέτει το δεύτερο μεγαλύτερο πακέτο. Ο εκκαθαριστής της ΑΤΕ συνέχισε τη διαδικασία που είχε επιλέξει η τελευταία διοίκηση της ΑΤΕ, αλλά αποτέλεσμα δεν υπάρχει.
Το θέμα στην περίπτωση της ΣΕΚΑΠ δεν είναι εάν η ΑΤΕ πουλά, αλλά ποιος αγοράζει.
Κάθε φορά που επαναλαμβάνεται ο διαγωνισμός οι προσφορές είναι πολύ χαμηλότερες των προηγουμένων και το ενδιαφέρον μειώνεται σημαντικά. Κατά την τελευταία φάση επικρατέστερη (με την καλύτερη προσφορά) εμφανίζεται τουρκική εταιρία. Εδώ ακριβώς αρχίζει το πρόβλημα. Θα πουλήσουν την ιστορική συνεταιριστική καπνοβιομηχανία που εδρεύει στην «ευαίσθητη» Ξάνθη σε τουρκική επιχείρηση; «Γιατί όχι», λένε κάποιες πλευρές, «για κανένα λόγο» κάποιες άλλες. Η διαδικασία είναι διαδικασία όμως και εάν ακυρωθεί ο διαγωνισμός θα πρέπει πρώτον να έχει εξασφαλιστεί το επενδυτικό ενδιαφέρον άλλου υποψηφίου αγοραστή και δεύτερον να έχει προβλεφθεί η αντίδραση της τουρκικής πλευράς.
Την εικόνα «θόλωσε» ακόμη περισσότερο το προφορικό ή έστω ανεπίσημο ενδιαφέρον του ελληνορόσου επιχειρηματία Ιβάν Σαβίδη. Πηγές κοντά στον εκκαθαριστή αναφέρουν ότι μια μη δεσμευτική επιστολή εκτός διαδικασίας και χρονικών ορίων δεν μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα του διαγωνισμού. Μήπως όμως μπορεί; Αυτό είναι το κυρίαρχο ερώτημα τους πρώτους μήνες του 2013, το οποίο εκτινάσσει την αγωνία των σχεδόν 300 οικογενειών που ζουν από την βιομηχανία στην ακριτική Ξάνθη, που ως περιοχή βλέπει το «ειδικό βάρος» της να αυξάνεται όσο ανεβαίνει το θερμόμετρο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις λόγω των ερευνών για υδρογονάνθρακες στο Αιγαίο. Θα μπορούσε η περίπτωση Ιβάν Σαβίδη να αποτελέσει λύση στο πρόβλημα και της κυβέρνησης και της εταιρίας, αλλά χρειάζεται από την πλευρά του να επιδείξει πραγματικό και έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον, ώστε να δώσει τη δυνατότητα στον εκκαθαριστή να προχωρήσει σε ακύρωση του διαγωνισμού και προκήρυξη νέου, ή έστω στην εύρεση άλλης σύννομης διαδικασίας, ώστε η όλη διαδικασία να είναι σύννομη και διαφανής. Σε αντίθετη περίπτωση οι χειριστές της πώλησης θα βρεθούν στο «μάτι του κυκλώνα» με απρόβλεπτες γι αυτούς συνέπειες.
Πάντως την «υποψηφιότητα» του κ. Σαβίδη υποστηρίζουν-αν και όψιμα- συγκεκριμένα κυβερνητικά στελέχη, είτε γιατί θέλουν να αποφύγουν το πολιτικό κόστος πώλησης της βιομηχανίας σε τούρκους επιχειρηματίες, είτε έχουν «ειδικές» σχέσεις με το ρώσο επιχειρηματία και το ρωσικό παράγοντας γενικότερα.
Υποστηρικτές όμως εντός και εκτός κυβέρνησης, εντός και εκτός εταιρίας έχουν και οι τούρκοι επιχειρηματίες. Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης έχει από την πλευρά της επιλέξει ρόλο «Πόντιου Πιλάτου», αλλά παρασκηνιακά παίζει το δικό της παιχνίδι, είτε κάτω από «παλαιοημερολογίτικη λογική», είτε με το βλέμμα στραμμένο στον ανταγωνισμό, που βεβαίως παρακολουθεί τις εξελίξεις στην εταιρία.
Ο ανταγωνισμός των δύο πλευρών και των «βραχιόνων» τους είναι μεγάλος και ο κερδισμένος είναι σίγουρο ότι πλέον δεν τα… παίρνει όλα. Αντιθέτως, θα βαδίσει σε ένα δύσβατο και ακανθώδη δρόμο με αβέβαιο τερματισμό.
Σε κάθε περίπτωση τόσο η προσφορά των τούρκων όσο και του κ. Σαβίδη ουδεμία σχέση έχουν με εκείνη του ινδού μεγιστάνα Mobidala, που ακόμη τρέχει μετά την υπαναχώρηση και την προσπάθεια επαναδιαπραγμάτευσης των όρων της συμφωνίας κυριολεκτικά λίγο πριν πέσουν οι τελικές υπογραφές.
Ο χρόνος όμως περνά γοργά και η βιομηχανία δεν φαίνεται να έχει πολλά περιθώρια ακόμη, πριν ρίξει «τίτλους τέλους».