Οι επαναλαμβανόμενες περίοδοι ξηρασίας
σε ορισμένες περιοχές της Κίνας ή πλημμυρών σε άλλες επέφεραν μειωμένη
παραγωγή βάμβακος στη μεγαλύτερη παραγωγό αλλά και τη καταναλώτρια χώρα,
παγκοσμίως. Γεγονός που είχε θετικό αντίκτυπο στην βαμβακοκαλλιέργεια
της χώρας μας.
Χαρακτηριστικά, τον Οκτώβριο του 2010 η αυξημένη ζήτηση στην παγκόσμια
κατανάλωση προκάλεσε μείωση 5% στα παγκόσμια αποθέματα, παρά το γεγονός
ότι τη χρονιά εκείνη είχαμε αύξηση της παραγωγής περίπου 10%.Το αποτέλεσμα ήταν η πλήρης ανάκαμψη στις τιμές του βαμβακιού, που έπιασαν επίπεδα-ρεκόρ 15ετίας, τα οποία εκτιμάται ότι θα διατηρηθούν και τα επόμενα χρόνια, λόγω της αύξησης της κατανάλωσης κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Τον Μάρτιο του 2011 οι τιμές του εκκοκκισμένου βαμβακιού διεθνώς αναρριχήθηκαν στα 195 σεντς του δολαρίου ανά λίμπρα. Την ανοδική πορεία, ακολούθησε και η Ελλάδα κατά τις τελευταίες σοδειές, με την τιμή παραγωγού να ξεπερνά τα 0,50 ευρώ ανά κιλό σύσπορου βαμβακιού, όταν τις προηγούμενες χρονιές (2007 και 2008) μετά δυσκολίας έφθανε στα 0,20 ευρώ. Το 2013 τα εκκοκκιστήρια πρόσφεραν τις υψηλότερες τιμές των 0,42 ευρώ.
Η χώρα μας παραμένει μεταξύ των 10 μεγαλύτερων βαμβακοπαραγωγών χωρών παγκοσμίως και πρωταθλήτρια στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με το 80% της καλλιεργούμενης έκτασης.
Βέβαια, το βαμβάκι, εμφανίζει έντονες διακυμάνσεις την τελευταία 15ετία στην Ελλάδα. Από τα 4,5 εκατομμύρια στρέμματα του 1995 και τα 4 εκατομμύρια του 2000 περιορίστηκε στα 2,5 εκατομμύρια στρέμματα το 2008, λόγω της μείωσης των επιδοτήσεων, του πλαφόν από την ΕΕ και των χαμηλών διεθνών τιμών.
Από το 2010, εν μέσω οικονομικής κρίσης διαπιστώνεται επιστροφή στη βαμβακοκαλλιέργεια με την παραγωγή να αυξάνει στα 3 εκατομμύρια στρέμματα.
Αν και η Ελλάδα έχει απολέσει τα υψηλά ποσοστά του 2008, εν τούτοις παραμένει μεταξύ των 10 μεγαλύτερων βαμβακοπαραγωγών χωρών παγκοσμίως και πρωταθλήτρια στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με το 80% της καλλιεργούμενης έκτασης. Ακολουθεί η Ισπανία -από την περιοχή της Ανδαλουσίας- με το υπόλοιπο 20% της έκτασης.
Το 50% του ελληνικού βαμβακιού, περίπου 200.000 τόνοι εκκοκκισμένου, εξάγονται φέρνοντας πολύτιμο συνάλλαγμα στην εθνική οικονομία. Σε αυτό πρέπει να προστεθούν και οι ποσότητες του επεξεργασμένου βαμβακιού (νήμα, υφάσματα και ρούχα) καθώς και του βαμβακόσπορου που εξάγονται ανεβάζοντας τις συνολικές ποσότητες πάνω από το 90% του παραγόμενου βαμβακιού.
Το 2013, η παραγωγή βαμβακιού της Ε.Ε. ήταν μικρότερη από 300.000 τόνους, που αντιπροσωπεύουν μόνο το 1% της παγκόσμιας παραγωγής. Από αυτούς, 230.000 τόνοι παρήχθησαν στην Ελλάδα και μόλις 40.000 τόνοι στην Ισπανία. Μπορεί το βαμβάκι να αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 0,2% της αξίας της ευρωπαϊκής γεωργικής παραγωγής, έχει όμως ισχυρή περιφερειακή σημασία για τις δύο χώρες, την Ελλάδα και την Ισπανία. Στο πλαίσιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής 2014-2020, η Ε.Ε. αναθεώρησε την πολιτική της θέτοντας σε εφαρμογή ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης του κλάδου για να γίνει πιο βιώσιμος οικονομικά. Αφορά επενδύσεις σε εκκοκκιστική βιομηχανία και συμμετοχή των γεωργών σε συστήματα ποιότητας.
πηγη: www.paseges.gr