Βαρυσήμαντη ομιλία Καραμίχα στο συνέδριο Αγροτικής Ανάπτυξης - The Economist

Βαρυσήμαντη ομιλία Καραμίχα στο συνέδριο Αγροτικής Ανάπτυξης - The Economist

07.02.2013 | 14:45


Τους λόγους για τους οποίους η γεωργία και γενικότερα ο πρωτογενής τομέας αποτελεί ευκαιρία, για την αντιμετώπιση της ανεργίας στη χώρα μας, ανέλυσε ο πρόεδρος της ΠΑΣΕΓΕΣ Τζανέτος Καραμίχας, σε ομιλία του σε Συνέδριο Αγροτικής Ανάπτυξης – The Economist, στη Θεσσαλονίκη.

Ολόκληρη η ομιλία του κ. Τζανέτου Καραμίχα, Προέδρου της ΠΑΣΕΓΕΣ[1]

Κυρίες και Κύριοι,

Η συνεχής μείωση της απασχόλησης πλήττει όλους τους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας, άλλους περισσότερο και άλλους λιγότερο. Ο πρωτογενής τομέας της οικονομίας ανήκει, μέχρι στιγμής, στη δεύτερη περίπτωση. Πραγματικά, με βάση τα πλέον πρόσφατα στοιχεία, η μείωση της απασχόλησης στον αγροτικό τομέα κυμαίνεται το 2012 σε μικρό, σχετικά, ποσοστό (-3,8%), έναντι της σημαντικά μεγαλύτερης κάμψης στις κατασκευές (-17,4%), στη μεταποίηση (-14,5%) και στο εμπόριο (-11,4%). Υπενθυμίζω μάλιστα ότι στη διετία 2009-2010 είχαμε και αύξηση της απασχόλησης στη γεωργία (6,4%), ενώ πρόσφατα (2012) ο αγροτικός τομέας καλύπτει, αμέσως μετά το εμπόριο (17,9%), τον μεγαλύτερο αριθμό απασχολουμένων (491 χιλ. και ποσοστό 12,9%), με απόσταση από τον κλάδο της μεταποίησης (9,6%), του τουρισμού (7,2%) και των κατασκευών (5,6%).

Αναμφίβολα, αρκετοί τομείς της οικονομίας δεν έχουν εξαντλήσει τις δυνατότητές τους και μπορούν, κάτω από προϋποθέσεις βέβαια, να συνεισφέρουν στην προσφορά θέσεων εργασίας. Εμείς πιστεύουμε ότι ο αγροτικός τομέας μπορεί να συμβάλλει στην αύξηση της απασχόλησης, αλλά και στην αντιμετώπιση των προβλημάτων της οικονομίας και της χώρας. Την εκτίμησή μας αυτή δεν την καταθέτουμε απλά και μόνο με την ανάλυση των στοιχείων, αλλά κυρίως γιατί έχουμε γνώση του χώρου και των δυνατοτήτων του, τόσο στο επίπεδο της πρωτογενούς παραγωγής, όσο και σε σχέση με τη σημαντική συμβολή του αγροτικού τομέα στις μεταφορές, στη μεταποίηση, στο εμπόριο, στις υπηρεσίες. Δυνατότητες, οι οποίες είναι βέβαιο ότι μπορούν να αναπτυχθούν σημαντικά.

Θα μου επιτρέψετε ένα παράδειγμα. Από τα 37,3 εκατ. στρέμματα του συνόλου των καλλιεργούμενων εκτάσεων της χώρας αρδεύονται σήμερα μόνο τα 13,9 (το 37% περίπου). Θα μπορούσε κανείς να αναλογιστεί τη σημαντική αύξηση της πρωτογενούς παραγωγής, αλλά και τη θετική της επίπτωση σε όλη την εφοδιαστική αλυσίδα, στην άμεση και την έμμεση συνεισφορά στην απασχόληση, αν οι αρδευόμενες εκτάσεις ήταν, ενδεικτικά, στο επίπεδο των 20 εκατ. στρεμμάτων.

Ακόμα όμως και στην περίπτωση που δεν καταστεί δυνατή η αύξηση του όγκου παραγωγής και μείνουμε στο ίδιο σχεδόν επίπεδο, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε ένα επόμενο κρίσιμο ζήτημα που συνδέεται με την ελλιπή αξιοποίηση παραγωγής, αλλά και με τη διάθεση στην αγορά αγροτικών προϊόντων χωρίς προστιθέμενη αξία. Σας αναφέρω το παράδειγμα τριών βασικών προϊόντων, όπως είναι το ελαιόλαδο, το σκληρό σιτάρι και το βαμβάκι, για τα οποία θα ήταν σημαντική η συνεισφορά τους στην απασχόληση εάν δίναμε σε αυτά τα προϊόντα όλη την προστιθέμενη αξία.

Αξίζει πραγματικά να σκεφθεί κανείς ποιο θα ήταν το μέγεθος της συμβολής του αγροτικού τομέα από την προστιθέμενη αξία των προϊόντων αυτών - και όχι μόνο, εκτιμώντας και τις άλλες άμεσες και έμμεσες θετικές επιπτώσεις στην απασχόληση από την καθετοποίηση της παραγωγής, από τις μεταφορές, από την πιστοποίηση των προϊόντων, από τις άλλες συνοδευτικές υπηρεσίες.

Είναι φαίνεται αναγκαίο να σχεδιάσουμε εκ νέου τον προσανατολισμό και τους στόχους στην αγροτική οικονομία, τόσο σε σχέση με την πρωτογενή παραγωγή, όσο και ως προς την αγροτο-διατροφική βιομηχανία της χώρας.

Πιστεύω ωστόσο ότι έχει καταστεί ευρύτερα αποδεκτή η θέση μας ως προς τη δημιουργία ενός βιώσιμου και ανταγωνιστικού συστήματος γεωργίας και διατροφικών προϊόντων (ίσως να χρειαστεί ως επιλογή η αλλαγή ορισμένων καλλιεργειών, όπως αυτές που αναφέρονται στα βιομηχανικά φυτά, προκειμένου να διατεθούν οι εκτάσεις αυτές στην παραγωγή διατροφικών προϊόντων).  Με σαφή προσανατολισμό προς την αγορά, με απόδοση ιδιαίτερης σημασίας στην παραγωγή και τη μεταποίηση προϊόντων διατροφικής ποιότητας και ασφάλειας, με ικανότητα να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καταναλωτών, που διαχειρίζεται φιλικά το περιβάλλον, που συμβάλλει στην ανάπτυξη της υπαίθρου με σκοπό τη διατήρηση του αγροτικού πληθυσμού στην ύπαιθρο, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αλλά και την ανάδειξη ενός ευρέως φάσματος δραστηριοτήτων σε αγροτικές μειονεκτικές, ορεινές και νησιωτικές περιοχές. Πάνω από όλα, στόχος είναι να εξασφαλίζεται σε έναν ικανοποιητικό βαθμό η διατροφική επάρκεια της χώρας μας.

Δεν αρκούν φυσικά οι στόχοι αν δεν συνοδεύονται με τις αναγκαίες προτεραιότητες πολιτικής. Επιτρέψτε μου να επισημάνω ορισμένες από τις πλέον κρίσιμες.

Πολιτική γης : Δεν έχει μέχρι σήμερα αναπτυχθεί στοχευμένη πολιτική γης έτσι ώστε να αρθούν όλα τα εμπόδια, οι στρεβλώσεις και οι αγκυλώσεις, όχι μόνο για την άσκηση της αγροτικής δραστηριότητας, αλλά κυρίως για την απρόσκοπτη υλοποίηση των επενδύσεων. Η οργάνωση και η ανάπτυξη του αγροτικού τομέα απαιτεί πολιτικές που στοχεύουν στη διατήρηση της αγροτικής γης και στη χωροθέτησή της με την καθιέρωση των χρήσεων γης, αλλά και στη λήψη μέτρων - ένα μικρό τέλος, στις εγκαταλειμμένες γεωργικές γαίες. Στο πλαίσιο αυτό, αποκτά προτεραιότητα η δημιουργία ενός εθνικού αγροτικού κτηματολογίου με στόχο την κατοχύρωση της ιδιοκτησίας των εκτάσεων (απόδοση τίτλων) που έχουν, εδώ και πολλά χρόνια, παραχωρηθεί στους αγρότες και καλλιεργούνται.

Πολιτική αρδευτικού νερού: Είναι απόλυτα αναγκαίο να αντιμετωπιστεί το έλλειμμα των επενδύσεων για την εξοικονόμηση αρδευτικού νερού και την αποτελεσματική διαχείριση των υδάτινων πόρων. Δεν είναι δυνατό να παραγνωρίζεται ότι το 35% του Ελλαδικού χώρου βρίσκεται σε υψηλό κίνδυνο ερημοποίησης. Δεν είναι δυνατό να παραβλέπεται η εξοικονόμηση του αρδευτικού νερού που αποτελεί το πλέον κρίσιμο ζήτημα που αντιμετωπίζει η ελληνική γεωργία, μια και στην άρδευση, που καταναλώνει το 86% του συνόλου των υδατικών πόρων της χώρας, καμία ορθολογική διαχείριση δεν εφαρμόζεται. Να σημειώσω μόνο ότι έχουμε καταθέσει από το 2009, ολοκληρωμένη πρόταση για το ζήτημα αυτό, με ένα πλαίσιο παρεμβάσεων που τεκμηριώνουν τη συνολική μείωση της κατανάλωσης αρδευτικού νερού κατά 33%, αλλά και την κατά 38% μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας.

Πολιτική κτηνοτροφίας: Οι συνέπειες της ανόδου του κόστους των εισροών στην κτηνοτροφία (ζωοτροφές) το τελευταίο διάστημα έθεσαν  - και συνεχίζουν να θέτουν σε κρίση τον κλάδο. Από την άλλη πλευρά οι εισαγωγές κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων πλησιάζουν ετησίως στο ύψος των 2 δις ευρώ περίπου, καλύπτοντας σταθερά το 30% των εισαγωγών του αγροτικού τομέα, αποτελώντας τη βασική αιτία δημιουργίας ελλείμματος στο εμπορικό αγροτικό ισοζύγιο. Οι πολιτικές για την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας - και ιδιαίτερα της αιγοπροβατοτροφίας, όπου έχουμε συγκριτικό πλεονέκτημα, πρέπει να αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος της αγροτικής πολιτικής της χώρας, τηρουμένων ορισμένων προϋποθέσεων και αναγκών.

Βεβαίως είναι και άλλες πολιτικές εξίσου σημαντικές, όπως η προβολή και η προώθηση αγροτικών προϊόντων (προτεραιότητα αποκτά ο εκ νέου σχεδιασμός των μέτρων, αλλά και η ενίσχυση των πόρων για την προώθηση των διατροφικών αγροτικών προϊόντων στη διεθνή, την ευρωπαϊκή και την εγχώρια αγορά), ο έλεγχος και η εποπτεία της αγοράς (υπάρχει απόλυτη ανάγκη αντιμετώπισης της παντελούς έλλειψης κανόνων λειτουργίας στην αγορά, της αδιαφάνειας των συναλλαγών και της κερδοσκοπίας), η ανάπτυξη της δασοπονίας (κυρίως η καλλιέργεια των δασών με την απομάκρυνση της πλεονάζουσας εύφλεκτης βιομάζας), η αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (είναι απαραίτητη η στήριξη επενδύσεων με συλλογικά σχήματα για την αξιοποίηση βιομάζας από υπολείμματα φυτικής και ζωικής παραγωγής, με αφετηρία στις περιβαλλοντικά υποβαθμισμένες περιοχές), η αναβάθμιση των αναπτυξιακών εργαλείων (κυρίως για την αντιμετώπιση της αποεπένδυσης του αγροτικού τομέα με την απλοποίηση και την επιτάχυνση των διαδικασιών  στα Σχέδια Βελτίωσης και στην εμπορία και μεταποίηση αγροτικών προϊόντων, αξιοποιώντας τη συμβολή του Αγροτικού Ταμείου Εγγυοδοσίας) και άλλες.

Σε σχέση με την Κοινή Αγροτική Πολιτική, να επισημανθεί ότι η μεταρρύθμισή της, που βρίσκεται σε διαβούλευση, πρέπει να στηρίζεται από επάρκεια πόρων, να παρέχει στα κράτη μέλη τη μεγαλύτερη δυνατή ευελιξία, να έχει ως σαφή στόχο τη διασφάλιση της διατροφικής επάρκειας, αλλά και να αποβλέπει στην ενίσχυση της θέσης των αγροτών και των επιχειρήσεών τους στην εφοδιαστική αλυσίδα.

Η μακρόχρονη πάντως εμπειρία μας στον αγροτικό τομέα, αλλά και η ωριμότητα που έχει αποκτηθεί κατά τη διάρκεια της πολυετούς ύφεσης που μαστίζει τη χώρα, μας επιτρέπει να εκτιμήσουμε ότι η παρέμβαση του κράτους στο σχεδιασμό και τον προγραμματισμό των πολιτικών αυτών προτεραιοτήτων δεν απέδωσε τα αναμενόμενα. Έτσι, μπορούμε αβίαστα να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ο σχεδιασμός αυτός πρέπει ουσιαστικά να στηρίζεται στις προτάσεις και τις αποφάσεις εκείνων που πραγματικά ασχολούνται και παράγουν (αγρότες), αλλά και εκείνων που διαθέτουν τους πόρους και αναλαμβάνουν το ρίσκο (πιστωτικά ιδρύματα, επιχειρήσεις).

Η παρέμβαση του κράτους, αλλά και των εποπτευόμενων φορέων του, πρέπει αντικειμενικά να περιοριστεί στα στενά επιτελικά τους καθήκοντα, διευκολύνοντας απλά το σχεδιασμό και την υλοποίηση των αποφάσεων των κοινωνικών και οικονομικών εταίρων. Νομίζω ότι η συζήτηση και η απόφαση για το ζήτημα αυτό καθίσταται πλέον αναγκαία.

Ευχαριστώ για την προσοχή σας.


[1] Αρκαδίας 26 & Μεσογείων, Αθήνα 115 26, τηλ. : 210-7756319, fax: 210-7484914, e-mail: proedros@paseges.gr


Οι υπόλοιπες ομιλίες

«Η ποιότητα ανοίγει τους δρόμους της εξωστρέφειας», διαμήνυσε στο συνέδριο Αγροτικής Ανάπτυξης του Ecοnomist ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Αθανάσιος Τσαυτάρης, ο οποίος - απέναντι στη λογική του χαμηλού κόστους - αντέτεινε μία βιώσιμη και αειφόρο γεωργική παραγωγή, η οποία συγχρόνως θα ικανοποιεί της ανάγκες έτερων τομέων της ελληνικής οικονομίας.


«Σήμερα μόνο το 6% των αγροτών είναι κάτω από 35 ετών»

«Η οικουμένη συνομωτεί υπέρ μιας αντίστοιχης γεωργικής παραγωγής από την Ελλάδα», τόνισε, αναφερόμενος στις διεθνείς ανάγκες για προϊόντα υψηλής ποιότητας. Σημείωσε δε πως η ΕΕ καθιέρωσε πρόσφατα 3 νέα ποιοτικά σήματα.


Ανάμεσα σε άλλα, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης επισήμανε ότι η εταιρεία Philip Morris τα επόμενα 3 χρόνια θα αγοράζει το 50% του συνόλου της ελληνικής παραγωγής καπνών (αύξηση της παραγωγής στο 22%), γεγονός το οποίο ερμήνευσε ως «ένδειξη εμπιστοσύνης στην ποιότητα».

«Η συνέργεια θα δημιουργήσει την προστιθέμενη αξία»

Ως προς το διεθνές περιβάλλον, σημείωσε ότι οι κοινωνικές απαιτήσεις, οι οποίες ωθούνται από την τεράστια δημογραφική έκρηξη ανά την υφήλιο προκαλούν την ανάγκη διπλασιασμού της αγροτικής παραγωγής τα επόμενα 15 χρόνια και τριπλασιασμού της τα επόμενα 50 χρόνια.

Ο ίδιος χαρακτήρισε ως μονόδρομο για την ελληνική αγροτική παραγωγή τη γνώση, την έρευνα, την τεχνολογία και τις καινοτόμους λύσεις. Επισήμανε δε τις δυνατότητες ενίσχυσης του κλάδου από τον τουρισμό, σε συνδυασμό με την παράδοση, τον πολιτισμό και την πλούσια βιοποικιλότητα.

«Θα τα καταφέρουμε, αν συμπράξουμε όλοι μαζί»

«Δεν έχουμε άλλα περιθώρια. Κάναμε ό,τι ήταν δημοσιονομικά εφικτό αυτήν τη στιγμή», δήλωσε στο περιθώριο του συνεδρίου Αγροτικής Ανάπτυξης του Economist αναφορικά με τα μέτρα τα οποία προκρίνει η κυβέρνηση εν μέσω των αγροτικών κινητοποιήσεων ανά τη χώρα.




Μία στρατηγική επένδυσης στην ποιότητα και στην ονομασία προέλευσης των αγροτικών προϊόντων προέκρινε μιλώντας από το βήμα του Economist ο Υπουργός Μακεδονίας και Θράκης Θεόδωρος Καράογλου, αποκαλώντας την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας ως μοναδική λύση για την οικονομική ανάκαμψη της χώρας. Σε αυτό το πλαίσιο, χαρακτήρισε επιτακτική την ανάγκη για σταθερότητα και αισιοδοξία.

Ο κ. Καράογλου ανέφερε ότι το τελευταίο διάστημα η βόρεια Ελλάδα πρωταγωνιστεί στις εξαγωγές και πως η χώρα βρίσκεται μεταξύ των 5 πρώτων αγροτικών προμηθευτών ανάμεσα σε 26 χώρες (άνω του 27% στις ελληνικές εξαγωγές).



Με μία από τις πιο εύφορες ενδοχώρες της Ελλάδας, η Θεσσαλονίκη έχει κάθε λόγο να ασχοληθεί με την ανταγωνιστικότητα της γεωργίας, ανέφερε στο πλαίσιο του συνεδρίου του Economist για την Αγροτική Ανάπτυξη ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης, απευθύνοντας έκκληση να κατατεθούν απόψεις με βάση το ερώτημα: «ποια Θεσσαλονίκη, ποια αγροτική παραγωγή, ποια οικονομία θέλουμε».

Αναφερόμενος στα κακώς κείμενα του πρόσφατου παρελθόντος, έφερε το παράδειγμα των «ψηφοθηρικών και κοντόφθαλμων» πολιτικών επιλογών απέναντι στους καπνοπαραγωγούς, οι οποίοι εφοδιάστηκαν «με δυνατότητες χωρίς παράλληλες υποχρεώσεις».



Tην εκτίμηση ότι η κατάσταση στην Ελλάδα αρχίζει να σταθεροποιείται, γεγονός που καθιστά λιγότερο πιθανή την έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη, εξέφρασε ο πρόεδρος του συνεδρίου Αγροτικής Ανάπτυξης του Economist στη Θεσσαλονίκη John Parker.

Ειδικότερα ως προς τη γεωργική παραγωγή, υπογράμμισε ότι οι όποιοι σχεδιασμοί οφείλουν να μην εκπονούνται με χρονικό ορίζοντα «λίγων ημερών» αλλά πάνω σε μακροπρόθεσμη βάση.