Οι προϋποθέσεις ώστε να μπει σε αναπτυξιακή πορεία η καλλιέργεια βάμβακος

01-03-2017

Στον ΑγροΤύπο μίλησε ο προϊστάμενος του Εθνικού Κέντρου Ποιοτικού Ελέγχου, Ταξινόμησης και Τυποποίησης Βάμβακος, κ. Μ. Νταράουσε, αναφερόμενος στα συμπεράσματα που προέκυψαν από τη διενέργεια δύο προγραμμάτων που «έτρεξαν» από το Κέντρο μέσα στο 2016 με σκοπό να καταδείξουν
τις υφιστάμενες αδυναμίες αλλά και τις μεγάλες δυνατότητες της εθνικής παραγωγής βαμβακιού. Όπως αποκάλυψε ο ίδιος, επίκειται συνάντηση για υπογραφή μνημονίου συνεργασίας μεταξύ του κέντρου, των εκκοκιστών, των εταιρειών σποροπαραγωγής και άλλων φορέων, ώστε να μπει σε νέες βάσεις η διαμόρφωση και υλοποίηση ενός εθνικού παραγωγικού σχεδίου για το βαμβάκι.
Σύμφωνα με τον ίδιο η χώρα μας πρέπει να εστιάσει σε ορισμένους παράγοντες ώστε να βελτιώσει την ποιότητα του βαμβακιού που παράγει. Επίσης, όπως ανέφερε ο κ. Νταράουσε, στην προσπάθεια αυτή θα πρέπει να συμβάλλουν με τη στάση τους και οι εκκοκιστές.
«Είμαι συγκρατημένα αισιόδοξος γιατί πιστεύω ότι όλοι όσοι εμπλέκονται με την παραγωγή του βαμβακιού έχουν καταλάβει το πρόβλημα. Το πρώτο πρόγραμμα που διεξάγαμε αναφέρεται στις πραγματικές συνθήκες που εκκοκίζεται αυτή τη στιγμή το βαμβάκι στην αγορά ενώ το δεύτερο έγινε με συνθήκες ελεγχόμενης καλλιέργειας και συγκεκριμένες ποικιλίες ώστε να φανεί και η διαφορά στα αποτελέσματα. Εμείς ακολουθούμε το παράδειγμα της Αυστραλίας, η οποία έχει καταφέρει φοβερά πράγματα παγκοσμίως. Μιλάμε για τον τρόπο οργάνωσης της χώρας, κάτι που δεν σχετίζεται με τα διαφορετικά παραγωγικά μεγέθη των δύο χωρών. Στις 6 Μαρτίου θα έχουμε μια συνάντηση στη Λάρισα με τη Διεπαγγελματική Βάμβακος και την ΕΕΠΕΣ. Εκεί θα ανακοινωθούν και οι ποικιλίες που μελετήσαμε στο πρόγραμμά μας. Στη συνάντηση θα δημιουργηθεί και η εθνική ομάδα εργασίας για το βαμβάκι στην οποία θα συμμετέχουν επίσης το ΥπΑΑΤ οι κλωστουφαντουργοί.
Απαριθμώντας τους παράγοντες που επηρεάζουν την ποιότητα του παραγόμενου βάμβακος της χώρας και θα πρέπει να αλλάξουν ο κ. Νταράουσε ανέφερε τα εξής:
Το υφιστάμενο μοντέλο παραγωγής βαμβακιού στη χώρα θα οδηγεί σε διαρκώς μειωμένη παραγωγή, εάν δεν προβούμε στη ριζική αναδιάρθρωσή του. Συγκεκριμένα:
  • «Βάσει των ποικιλιών που μελετήσαμε, που αποτελούν ελεγχόμενη καλλιέργεια μέσω σποροπαραγωγής, όταν εκκοκίζουμε χωριστά, τα αποτελέσματα ως προς το χρώμα του βαμβακιού μπορούν να είναι εντυπωσιακά. Αυτά που εκκοκίζουμε μέχρι σήμερα ως χώρα, ανακατεύοντας «τα πάντα», μας δίνουν ένα αποτέλεσμα ιδιαίτερα προβληματικό ως προς το χρώμα (πολύ χαμηλό κυτίο χρώματος - πολύ μικρή αναλογία λευκού τύπου, 17%). Αντιθέτως στο δεύτερο πρόγραμμα πετύχαμε αναλογία λευκού τύπου 90%. Αν πάμε να κάνουμε ομάδες παραγωγών που ακολουθούν ένα πλάνο και χρησιμοποιούν συγκεκριμένες ποικιλίες βαμβακιού, τότε θα πάμε σε πολύ καλύτερο βαμβάκι. Τα συλλογικά σχήματα θα δώσουν μεγάλες ποσότητες μετρήσιμου βαμβακιού στην αγορά.
  • Οι εκκοκιστές θα πρέπει να αρχίσουν να θεσπίζουν ένα σύστημα αντιστοιχίας τιμής - ποιότητας και να αρχίσουν να αμείβουν τους παραγωγούς που έχουν υιοθετήσει ένα συγκροτημένο πλάνο παραγωγής βάμβακος. Όταν ο κάθε παραγωγός δουλεύει μόνος του και φέρνει μια «καρότσα» σύσπορο, τότε μοιραία η μικρή αυτή ποσότητα βαμβακιού θα ανακατευθεί και θα εκκοκιστεί με διάφορα άλλα βαμβάκια που επιλέγονται στην τύχη.
  • Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια επικίνδυνη τάση της αύξησης της λεπτότητας της ίνας (micronaire). Eνώ παλαιότερα ο μέσος όρος της χώρας βρισκόταν στην ιδανική τιμή του 4,2, πλέον έχουμε ως χώρα 4,7 ενώ σε περιοχές της Θράκης ο μέσος όρος φτάνει και το 5. Αυτό το βαμβάκι δεν το θέλουν οι κλωστοϋφαντουργίες ενώ σε δύο περιοχές της Στερεάς Ελλάδας το micronaire είναι επίσης ανεβασμένο και πρέπει να μελετήσουμε το γιατί. Υπάρχει ένας αριθμός ποικιλιών που το micronaire τους είναι υψηλό λόγω γενετικού υλικού και θα πρέπει να μην καλλιεργούνται σε ορισμένες περιοχές της χώρας.  Αυτές οι ποικιλίες με εξ ορισμού υψηλό micronaire θα πρέπει να καλλιεργούνται σε περιοχές όπως είναι η Θεσσαλία και όχι στη Θράκη και τη Στερεά Ελλάδα.  Αν οι ίνες είναι χοντρές βάζεις, μικρότερο αριθμό ινών και μοιραία η αντοχή του υφάσματος επηρεάζεται. Επίσης δημιουργούνται και άλλα προβλήματα, όπως το βάψιμο και η ταχύτητα με την οποία μπορούν να επεξεργάζονται τις ίνες τα κλωστήρια. Στην Αμερική και την Αυστραλία το βαμβάκι με 4,3 έως 4,8 micronaire πληρώνεται ston παραγωγό με βασική τιμή ενώ από 3,6 έως 4,2 πληρώνεται σαν πριμ. Όσα βαμβάκια είναι πάνω από 4,8 ή κάτω από 3,6 πληρώνονται με μειωμένη τιμή. Το ελληνικό βαμβάκι αυτή τη στιγμή κινδυνεύει να μην εξάγεται.
  • Σε μια παγκοσμιοποιημένη αγορά δεν μπορεί να απαγορεύεις ή να αποκλείεις ποικιλίες. Εμείς στο πρόγραμμα που κάναμε ομαδοποιήσαμε τις ποικιλίες με βάση τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά. Λέμε ότι π.χ. αν εσύ ανακατεύεις βαμβάκι με υψηλό micronaire με βαμβάκι με χαμηλό micronaire τα δύο αυτά βαμβάκια θα συμπεριφερθούν διαφορετικά και ο τελικός πελάτης σου δεν θα ξανααγοράσει από την Ελλάδα βαμβάκι. Δεν μπορείς να ανακατεύεις βαμβάκι με εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά. Αν ανακατεύεις βαμβάκι με micronaire από 3,6 έως 4,7 δεν θα υπάρχουν επιπτώσεις. Ανάλογα με τη χρήση θα πρέπει καθορίζεται και η τιμή στο βαμβάκι.
πηγη:www.agrotypos.gr